Στην ηθική των θρησκειών δεν αναφέρεται ποτέ η
καταπόνηση της φύσης. Δεν υπάρχει καμιά αναφορά στο ηθικό χρέος του ανθρώπου να
μην καταστρέφει τη γη, τον αέρα, το υδάτινο στοιχείο του πλανήτη. Πιστεύοντας
στη θεϊκή επέμβαση, περιμένει την ανάμιξη του θεού στη φυσική και νομοτελειακή
πορεία των γεγονότων.
Η Εκκλησία, στενός σύμμαχος των πλουτοπαραγωγικών
και βιομηχανικών τάξεων που καθημερινά καταστρέφουν το περιβάλλον, παράφορα
αδιαφορεί για τη διατάραξη των κλιματολογικών συνθηκών και την ανατροπή των
οικολογικών συστημάτων.
Αδιαφορεί για την εξαφάνιση ειδών του ζωικού
βασιλείου, της χλωρίδας και πανίδας του πλανήτη.
Κρυμμένη η Εκκλησία πίσω από το δόγμα και τη
μεταφυσική της ανησυχία, κρύβεται πίσω από το δάχτυλο της, όταν αδιαφορεί για
τις αμοιβαίες σχέσεις των ανθρώπων, στηρίζοντας με πολιτική μαεστρία την υποστήριξη
της στις εκμεταλλεύτριες τάξεις, καθαγιάζοντας αυταρχικές κυβερνήσεις, τον
πλούτο και την εκμετάλλευση των εργαζομένων.
Καλλιεργώντας την επανάπαυση και την αδιαφορία, πως
ο θεός θα φροντίσει για όλα, προστατεύει τους εκμεταλλευτές και αδιαφορεί για
ό,τι άδικο συντελείται γύρω της.
Απέχει από τη διεκδίκηση των συμφερόντων του λαού
που καταπιέζεται από τους πλούσιους. Απέχει από τα φιλειρηνικά κινήματα,
κηρύσσοντας ότι την ειρήνη τη δίνει μόνο ο θεός, αποφεύγοντας συστηματικά να
μπει εμπόδιο στους κατακτητικούς πολέμους των ιμπεριαλιστών.
Πίσω από το υποκριτικό κάλυμμα της τρομοκρατίας, οι
τελευταίοι τρομοκρατούν, δολοφονούν, καταστρέφουν και ρημάζουν, στο βωμό του
πλούτου και της κυριαρχίας. Λαοί αφανίζονται, τόποι ερημώνουν, από την αλόγιστη
χρήση και τη διασπορά των πυρηνικών κατάλοιπων, που οι ασύδοτοι σκορπούν σε ολόκληρο
τον πλανήτη. Δικτυώνοντας την υδρόγειο με κατασκοπευτικούς δορυφόρους,
αυταρχικές κυβερνήσεις κατέλυσαν κάθε ανθρώπινη ελευθερία και αξιοπρέπεια.
Παρά ταύτα οι Εκκλησίες πεισματικά αδιαφορούν,
μεταθέτοντας το πρόβλημα σε ανούσια δογματικά ζητήματα προκειμένου να
αποπροσανατολίσουν τον άνθρωπο από τα πραγματικά του ενδιαφέροντα. Δογματίζοντας
τους πιστούς ότι οι ηθικοί νόμοι φτιάχτηκαν από το θεό και είναι αιώνιοι και
αμετάβλητοι, καταδίκασαν τον άνθρωπο στην αδράνεια.
Αδιαφορώντας για τα κοινά, έστρεψαν το ενδιαφέρον
του έξω από αυτόν τον κόσμο, στην ουτοπία και το «άπειρο», δίνοντας την
ευκαιρία στους επιτήδειους να δρουν σχεδόν ανενόχλητοι.
Γέμισε ο κόσμος ληστές, λωποδύτες, απατεώνες,
παιδεραστές και λογής-λογής αλήτες, περιφερειακούς και διεστραμμένους.
Βγαίνει κανείς από τα ρούχα του διαβάζοντας την
επιστολή του Πέτρου στην οποία ζητά από τους δούλους όχι μόνο να υποτάσσονται
στους καλούς κυρίους αλλά και στους διεστραμμένους! Τότε έχει χάρη, γράφει ο
ιουδαίος αιρετικός, «όταν υπομένει κανείς ενώ υποφέρει αδίκως»![i]
Αν και αιρετικός, αντιλαμβάνεται κανείς, το εβραϊκό πνεύμα του συγγραφέα σε
εκείνο το ευαγγέλιο που προσπαθεί πίσω από το καλοκάγαθο προσωπείο του να
κατασκευάσει δούλους που να υπομένουν αγόγγυστα την αυταρχική συμπεριφορά των
διεστραμμένων αφεντικών τους. Τέτοια κοινωνία ήθελαν να δημιουργήσουν και λίγο
πολύ τα κατάφεραν. Πίσω από την αγάπη των εχθρών, δε βρίσκεται η καλοκαγαθία,
αλλά η υποκρισία. Πρώτα-πρώτα επειδή η ιστορία έδειξε ότι κανένας χριστιανός
ποτέ δεν αγάπησε τον εχθρό του και δεύτερον επειδή πίσω από την αγάπη του
εχθρού υπονοείται η ανοχή και η μακροθυμία προς τον εκμεταλλευτή, τον απατεώνα,
τον καταπιεστή και το δυνάστη. Όπως γράφει και ο Παβέλκιν «Ο ουμανισμός της
θρησκευτικής ηθικής έχει επιδεικτικό, υποκριτικό και στην ουσία αστικό
χαρακτήρα: η αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, στα λόγια, είναι υποστήριξη της καταπίεσης
και της υποδούλωσης των εργαζομένων στην πράξη».[ii]

Τα πολιτικά συστήματα, στηριγμένα στην αυταρχικότητα
και την εκμετάλλευση, καταδίκασαν δισεκατομμύρια ανθρώπων στη φτώχεια και την
καταπίεση, αναγκάζοντας πολλούς από αυτούς να ριψοκινδυνεύουν για ένα κομμάτι
ψωμί ή, για να μην πεθάνουν από την πείνα, να γίνουν εγκληματίες, ζώντας σαν κλέφτες
ή πόρνες, χωρίς ηθική χωρίς ποιότητα ζωής. Η αποσύνθεση αυτή της κοινωνίας
άπτεται απόλυτα της ηθικής γιατί προέρχεται από την ανήθικη διακυβέρνηση
ανθρώπων που κυνηγούν μανιωδώς το χρήμα καταδικάζοντας τους λαούς στη φτώχεια
και την εξαθλίωση. Αν η αποσύνθεση της κοινωνίας άπτεται της ηθικής που
επιβάλει το υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα τότε γίνεται κατανοητό ότι οι
ρίζες του βρίσκονται πλάι στα συμφέροντα που το τρέφουν και αυτά δεν είναι άλλα
από τα συμφέροντα της ιδιοκτησίας, είτε φέουδο είναι αυτό είτε φάμπρικα που
παράγει πλούτο. Τα συμφέροντα αυτά είναι η αιτία κάθε κοινωνικής αδικίας. Όταν
ο χριστιανικός γνωστικισμός έθετε τις βάσεις για τη μελλοντική θρησκεία θέσπισε
την κοινοκτημοσύνη και τον αλτρουισμό μεταξύ των καταπιεσμένων αδελφών στη
μικρή εκείνη κοινωνία. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πόσο διήρκησε η
κοινοκτημοσύνη των πρώτων «χριστιανών» ή αν αληθεύουν αυτά που εξιστορούνται
στα πρώτα εδάφια των Πράξεων,[iii]
όπου η κοινοκτημοσύνη μπορούσε να εφαρμοστεί σε μία μικρή ομάδα μέσα στην
Ιερουσαλήμ.[iv]
Όταν όμως σαν αιρετικοί ιουδαίοι, διώχτηκαν και
διασκορπίστηκαν,[v] η
κοινοκτημοσύνη έμεινε στα χαρτιά. Για τους τύπους, τη θέση της πήρε η
ελεημοσύνη που έφτασε μέχρι τις μέρες μας, συχνά πυκνά χρωματισμένη από
οικονομικά σκάνδαλα που σκανδαλίζουν και τους πιο ρομαντικούς πιστούς. Δεν
μπορούσε όμως να γίνει διαφορετικά. Σε μία ταξική κοινωνία, η ηθική πρέπει να
συμβαδίζει με το κοινωνικό σύστημα που τη θεσπίζει. Η ηθική των θρησκειών είναι
η βιτρίνα. Πιστή σύμμαχος στην κοινωνική αδικία του συστήματος, συχνά ρίχνει
στάχτη στα μάτια των πιστών, αφήνοντας ασύδοτους τους ενόχους. Συμμαχεί μαζί
τους. Τρώει από τα ίδια κρατικά ταμεία και ο ένας καλύπτει τον άλλον.
«Με την προσευχή στο στόμα αυτοί οι πιστοί»
γράφει ο Παβέλκιν «χριστιανοί «Δημοκράτες» είναι έτοιμοι να ρίξουν πάνω
στους λαούς ατομικές βόμβες για να τους υποχρεώσουν να ανέχονται αδιαμαρτύρητα
το ζυγό της καπιταλιστικής δουλείας».[vi]
Αλήθεια, την αυταρχική και φασιστική πολιτική των
Αμερικανών τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό με τη μιλιταριστική και
ιμπεριαλιστική τους νοοτροπία, ποιος θα μπορούσε να αγαπήσει;
Αν η θρησκεία αγαπούσε τον άνθρωπο γιατί
αδιαμαρτύρητα συμμαχεί με τους δολοφόνους;
Γιατί οι πιστοί αδιαμαρτύρητα πρέπει να δέχονται το
σοβινισμό και την τρομοκρατία των Αμερικανών, πιστεύοντας ότι ο θεός βρίσκεται
πίσω από κάθε δραστηριότητα του ανθρώπου;
«Θέλημα θεού» είναι ο πόλεμος και η ειρήνη, η
δυστυχία και η ευτυχία, η φτώχεια, η θλίψη, η αδικία και ο πόνος. Ο Τόμας
Μάλθους διακήρυξε ότι τον πόλεμο τον στέλνει ο θεός, κάνοντας πολλούς να πιστέψουν
ότι η Μαλθουσιανή θεωρία λύνει το πληθυσμιακό πρόβλημα του πλανήτη γιατί
αποτελεί νομοτέλεια της φύσης και όχι κάτι που μπορεί να αποτραπεί! Με λίγα
λόγια, ο πόλεμος είναι δώρο του θεού, γιατί μας απαλλάσσει από το μεγάλο πρόβλημα
του υπερπληθυσμού![vii]
Τι υποκρισία και απανθρωπιά…
Για να μη θιγεί η ευτυχία των λίγων, που ούτως ή
άλλως δε θίγονται, οι «πολιτισμένοι» λαοί κάνουν ό,τι μπορούν για να κλέψουν
και τον αέρα που αναπνέουν οι φτωχοί.
Πού βρίσκονται οι ηθικοί κανόνες της θρησκείας για
την αποτροπή αυτής της απάνθρωπης συμπεριφοράς;
Τι κάνει η Εκκλησία γι αυτό;
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ήξερε να περιγράφει τη ζωή
του αληθινού χριστιανού που σαν φοβισμένο πλάσμα πρέπει να βρίσκεται σε συστολή
και να δοξολογεί το θεό τρέμοντας. Ο αληθινός χριστιανός, έλεγε, πρέπει αντί να
γελά να θρηνεί γιατί η ανθρώπινη ζωή είναι κοιλάδα θλίψεων, δακρύων και
στεναγμών.
«Μακάριοι είστε εσείς οι φτωχοί» γράφει ο
Λουκάς «γιατί δική σας είναι η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι είστε εσείς που
τώρα πεινάτε διότι θα χορτάσετε. Μακάριοι είστε εσείς που κλαίτε διότι θα γελάσετε»![viii]
Τέτοιες ευαγγελικές ρήσεις μπορεί να βρει κανείς
αρκετές στα θρησκευτικά εγχειρίδια γιατί εύκολα γράφονται και με θαυμασμό
διαβάζονται, όμως είναι τόσο άκαιρες που στην εποχή μας φαίνονται ξεπερασμένες.
Γραμμένες σε μία διαφορετική εποχή, κάτω από την απειλή των διωγμών,
απευθύνονταν κυρίως σε δούλους και κατατρεγμένους που δεν είχαν στον ήλιο
μοίρα, οι ρήσεις αυτές προσφέρονταν παρηγοριά στον άρρωστο. Σήμερα οι συνθήκες
είναι διαφορετικές. Σε μία κοινωνία της αφθονίας και της αλόγιστης σπατάλης των
πλουσίων για ευτελή και μηδαμινά πράγματα, η προτροπή της φτώχειας, της πείνας
και του οδυρμού, όταν από το βάθος ακούγονται να τρίζουν χρυσά μαχαιροπίρουνα,
είναι όχι μόνο προσβλητική αλλά προκλητικότατη που εξάπτει την οργή και υποτιμά
τη νοημοσύνη.
Κάποτε, στις συναγωγές της διασποράς και στις
εκκλησίες που φιλοξενούνταν σε κάποια ανώγεια ή κατώγια κρυφών σπιτιών,
συναθροίζοντας συνωμοτικά τους πιστούς στο σκοτάδι, μπορεί να τους διάβαζαν τις
ρήσεις αυτές που φαίνονταν τόσο δίκαιες και σπουδαίες, όμως σήμερα τέτοια
κηρύγματα είναι ξεπερασμένα, όταν τα άμφια του παπά κοστίζουν μία περιουσία,
εκκλησιαστικά κτίρια λαμποκοπούν στο χρυσάφι και η εκκλησιαστική ηγεσία
διαχειρίζεται δισεκατομμύρια σε κινητές και ακίνητες αξίες!
Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ντράπηκε να οικειοποιηθεί
τους τούρκικους τίτλους της απέραντης ακίνητης περιουσίας της ή να παίζει τα
μετρητά της στο ελληνικό Χρηματιστήριο και οι Καθολικοί να εισπράττουν κέρδη
από την τράπεζα του «Αγίου Πνεύματος» στη Ρώμη και τα περίφημα καζίνο και τους
πολυτελείς οίκους ανοχής του Μόνακο!
Ακόμα και αν η πρόθεση των πρώτων χριστιανών δεν
ήταν να ξεγελάσουν τον πιστό, όταν οι εποχές άλλαξαν, η Εκκλησία όφειλε να
διαφοροποιηθεί. Η εμμονή της όμως στη μακαριότητα της φτώχειας, της πείνας, της
δυστυχίας, του πόνου, της ταπεινοφροσύνης και της δουλικής υποταγής, φαίνεται
ύποπτη, γιατί δικαιολογεί τον ταξικό ζυγό και την ανοχή του πλούτου, τη στιγμή
που ο κόσμος μαστίζεται από φτώχια και δυστυχία. Σε εποχές λιτότητας και
φτώχειας που άνθρωποι πεινούν και παιδιά πεθαίνουν αφυδατωμένα στην αγκαλιά της
μάνας, ο πλούτος και η χλιδή προκαλούν. Τα σκάνδαλα οργιάζουν. Η ασυδοσία βασιλεύει.
Οι πιστοί πρέπει, επιτέλους, να αντιδράσουν. Να
αγαπήσουν τον κόσμο που ζουν, όχι επειδή πρέπει να καλοπεράσουν, αλλά επειδή
τον κόσμο που κτίζουν τον αφήνουν κληρονομιά στα παιδιά τους.
Να πάψουν να νιώθουν σαν αναχωρητές αυτού του
κόσμου. Η χαρά, το τραγούδι, το γέλιο, η ομορφιά, το θέατρο, δεν είναι
αμαρτήματα. Αλήθεια, ποιος σήμερα φοβάται μήπως αμαρτήσει από τα αμαρτήματα
αυτά;
Άλλη μία αναχρονιστικότητα που αποδεικνύει ότι η
Αγία Γραφή είναι ήδη ξεπερασμένη.
«Να μην αγαπάτε τον κόσμο» γράφει ο Ιωάννης
στην πρώτη του επιστολή, «ούτε τα πράγματα που είναι στον κόσμο. Αν αγαπά
κανείς τον κόσμο, δεν υπάρχει αγάπη μέσα του, για τον Πατέρα» (2.15-17).
Αλήθεια, ποιος σήμερα απορρίπτει τη σαρκική επιθυμία
ή τον υλικό πλούτο, όταν εύκολα μπορεί να τον αποκτήσει; Όπως είδαμε ακόμα και
οι ηγεσίες των Εκκλησιών δεν έμειναν αλώβητες από την επιθυμία της σάρκας.
Μπορεί να μην αποτελούν τον κανόνα, και ευτυχώς, όμως και η ύπαρξη της
εξαίρεσης αποτελεί σκάνδαλο για τον πιστό που τους εμπιστεύτηκε. Οι ειδήσεις
του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου οργιάζουν, κάθε μέρα σχεδόν, σκανδαλίζοντας
τους αφελείς πιστούς που πίστευαν πως μόνο αυτοί κουβαλούσαν το προπατορικό
αμάρτημα. Τα σεξουαλικά σκάνδαλα των ιερέων και των μοναχών φυσικά δεν
αποτελούν φαινόμενο της εποχής μας. Πάντα ήταν επίκαιρα, πικάντικα και
πιπεράτα, γιατί αποκάλυπταν την αλήθεια όταν έρχονται στο φως της δημοσιότητας!

Ο Έντουαρντ Φακς στο βιβλίο του «Ιστορία των
Ερωτικών Ηθών και Εθίμων» διασώζει ένα ντοκουμέντο από την εποχή της
Αναγέννησης που αποτελεί σκληρό κατηγορητήριο ενάντια στο παπισμό και την ανεκτικότητα
που επικρατούσε στη Γερμανία τότε. «Πορνεία, επιμιξία, ληστεία, τοκογλυφία
και ολόκληρη σειρά σοβαρών αμαρτημάτων, είναι τα επακόλουθα της διαγωγής του
κλήρου». Δεν παρέλειψε ακόμα να σχολιάσει και το γεγονός ότι την ίδια
περίοδο, οι κυριότεροι πάπες εξ’ αιτίας της ακόλαστης ζωής τους, ήταν άρρωστοι
από σύφιλη, όπως ο Αλέξανδρος ο ΣΤ΄ (1493-1503), ο Ιούλιος ο Β΄ (1503-1513), ο
Λέων ο Ι΄ (1513-1521). Για τον Ιούλιο το Β΄, όπως μεταδίδει ο αυλάρχης του
Γράσσης, τη Μεγάλη Παρασκευή δεν μπορούσε να επιτρέψει να του φιλήσουν τα πόδια
γιατί το ένα από αυτά ήταν κατεστραμμένο από την επάρατη αφροδίσια αρρώστια.
Ένα άλλο σχετικό ντοκουμέντο της εποχής αναφέρεται
στην παιδεραστία της παπικής Αυλής. «Ο Πάπας Ιούλιος ο Β΄ ατίμασε δύο νεαρά
αγόρια Γάλλων ευγενών, τα οποία εστάλησαν στην Ιταλία προς ανατροφήν παρά της
Βασιλίσσης Άννης της Γαλλίας. Ο Ιούλιος ο Γ΄ διόρισε καρδινάλιο ένα νεαρό
δεκαέξι ετών και οι Ρωμαίοι τον παρομοίαζαν με το Δία που παίζει με τον
Γανυμήδη. Ο γιος του πάπα Παύλου του Γ΄, Λουδοβίκος, εβίασε το νεαρό επίισκοπο
της Φαίντσας, ο οποίος από τη ντροπή του και από ένα αφροδίσιο νόσημα που του
μετέδωσε ο διαφθορέας του, απέθανε, ενώ ο πάπας εξήγησε ότι επρόκειτο περί
νεανικής ακράτειας και εσυγχώρησε τον υιό του».[ix]
Ο λαός που συνήθως εκφράζει τη σοφία του με
χλευαστικές παροιμίες να πως αντιμετώπιζε από τότε τον κλήρο απαθανατίζοντας
θυμοσοφικά τη νοοτροπία του και στιγματίζοντας την αδηφαγία και τη… σεξουαλική
του ακράτεια.
«Στο θεό δοξολογία προσευχή, στον παπά καρβέλι
και λαρδί». «Ο παπάς αγαπά το ποίμνιο του αλλά τα αρνιά περισσότερο από τα
τραγιά».
Η πρώτη παροιμία είναι ρώσικη και γράφτηκε για τους
Ορθοδόξους. Η δεύτερη γράφτηκε για τους Καθολικούς, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει
ότι ορθόδοξοι δεν είχαν αδυναμία στο «ασθενές φύλο».
Οι γυναίκες ας μου συγχωρήσουν αυτό το γελοίο
χαρακτηρισμό, όμως έπρεπε να υπερτονίσω το ταπεινωτικό χαρακτηρισμό της
γυναίκας που και αυτός κυρίως προέρχεται από το μισογυνισμό των χριστιανών.[x]
Πηγή: Απόστολος Λυμπερίδης
«ΧΑΛΚΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ»
Ενάλιος 2010
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[ii]
Π. Α. Παβέλκιν «Τι είναι η θρησκεία» εκδόσεις Β. Γιαννίκος σελ. 186.
[iii]
Αναφερόμαστε μέχρι το εδάφιο 8.3.
[iv]
Πρόκειται για μία μικρή ομάδα ανθρώπων, κάτι σαν μια μεγάλη οικογένεια, που
έμεναν στο ανώγι ενός σπιτιού, κάτι σαν ρετιρέ (1.13) και σύχναζαν στη Στοά του
Σολομώντα (5.12).
[vii]
Η μαλθουσιανή θεωρία, εμπνευσμένη από τον κληρικό και οικονομολόγο Τόμας
Μάλθους (1766-1834) του Πανεπιστημίου του Χάιμπουρι δέχεται ότι ο πληθυσμός της
γης αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο ενώ η διαθέσιμη ποσότητα τροφίμων με
αριθμητική και αν δεν υπήρχαν οι πόλεμοι, οι επιδημίες και η ασιτία, θα είχαμε
σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης. Δηλαδή αν δεν είχαμε ασιτία για τους πολλούς θα
είχαμε σοβαρό πρόβλημα καλοπέρασης για τους λίγους!
[ix]
Έντουαρντ Φακς «Ιστορία των
Ερωτικών Ηθών και Εθίμων» εκδόσεις Πυρσός. Παρατίθεται από περιοδικό «Αινίγματα
του Σύμπαντος» τεύχ. 45.
[x]
«Η γυναίκα πρέπει να υπακούει τον άντρα όπως η Σάρα τον Αβραάμ… και οι
άντρες να απονέμουν τιμή σε αυτές σαν ασθενέστερο φύλο» Πέτρ. Α΄ 3.1-7.